Σχεδόν καθημερινά κάνουν την εμφάνιση τους μελέτες που δείχνουν ότι η Γη βιώνει την μεγαλύτερη επιβάρυνση περιβαλλοντικής μόλυνσης και τα πιο έντονα φαινόμενα της κλιματικής αλλαγής των τελευταίων δεκαετιών. Το 2023 έχει σπάσει κάθε αρνητικό σχετικό ρεκόρ.
Ο πλανήτης, ο οποίος ποτέ δεν ήταν τόσο ζεστός όσο κατά το 2023, ουδέποτε είχε καταναλώσει τόσο άνθρακα: η παγκόσμια ζήτηση έφθασε φέτος τους 8,53 δισ. τόνους, ένα ιστορικό ρεκόρ, ανακοίνωσε σήμερα ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΔΟΕ, IEA). Ενώ το ευρωπαϊκό παρατηρητήριο Copernicus ανακοίνωσε στις αρχές Νοεμβρίου την εκτίμηση ότι είναι «σχεδόν βέβαιο» πως οι μέσες θερμοκρασίες στον πλανήτη θα ξεπεράσουν φέτος το ετήσιο ρεκόρ που είχε καταγραφεί το 2016, ο ΔΟΕ ανακοίνωσε πως οι τόνοι άνθρακα που καταναλώθηκαν φέτος στον κόσμο θα ξεπεράσουν το προηγούμενο ρεκόρ, που χρονολογείται από το 2022.
Η καύση άνθρακα για την παραγωγή ενέργειας ή τη βιομηχανία εκλύει στην ατμόσφαιρα μεγάλη ποσότητα του διοξειδίου του άνθρακα (CO2) που ευθύνεται για την άνοδο της θερμοκρασίας στον πλανήτη. Η μεγαλύτερη όρεξη για άνθρακα διαπιστώνεται στην Ασία: σύμφωνα με τον ΔΟΕ, η κατανάλωση άνθρακα στην Κίνα έκανε φέτος ένα άλμα 220 εκατομμυρίων τόνων (+4,9%) σε σχέση με το 2022, αυτή της Ινδίας αυξήθηκε κατά 98 εκατ. τόνους (+8%) και αυτή της Ινδονησίας κατά 23 εκατομμύρια τόνους (+11%).
Αντίθετα η κατανάλωση σημείωσε μεγάλη επιβράδυνση στην Ευρώπη (μείωση κατά 107 εκατ. τόνους, -23%) και στις Ηνωμένες Πολιτείες (μείωση κατά 95 εκατομμύρια τόνους, -21%), κυρίως εξαιτίας της μετατροπής σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίοι εγκαταλείπουν σταδιακά τον άνθρακα για να σώσουν το κλίμα, και της εξασθένησης της βιομηχανικής δραστηριότητας.
Ο ΔΟΕ ομολογεί τη δυσκολία του να κάνει προβλέψεις για τη Ρωσία, τέταρτο παγκόσμιο καταναλωτή άνθρακα, εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία. Οι προβλέψεις για την Ουκρανία είναι επίσης «αβέβαιες», αναφέρει ο Οργανισμός. «Από το 2024», η παγκόσμια κατανάλωση οφείλει να αρχίσει μια τάση προς τη μείωση, εκτιμά πάντως ο ΔΟΕ στις προβλέψεις του που δημοσιοποιούνται τη μεθεπομένη της ολοκλήρωσης της 28ης διεθνούς διάσκεψης του ΟΗΕ για το κλίμα στο Ντουμπάι, η οποία ζήτησε να εγκαταλειφούν σταδιακά τα ορυκτά καύσιμα, στα οποία ανήκει ο άνθρακας, ώστε να καταπολεμηθεί η άνοδος της θερμοκρασίας.
«Κορύφωση» της κατανάλωσης άνθρακα το 2023
Ο ΔΟΕ υπολογίζει κυρίως σε μια πολύ σημαντική αύξηση των ανανεώσιμων πηγών (αιολικών, ηλιακών) στον πλανήτη για να «ωθηθεί προς μια καθοδική πορεία η παγκόσμια κατανάλωση άνθρακα». Η κατανάλωση «άνθρακα αναμένεται να φθάσει στην κορύφωσή της το 2023», εκτιμά ο Οργανισμός. Πέρα από τη χρήση άνθρακα για την τροφοδοσία των σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, η κατανάλωση του καυσίμου αυτού δεν αναμένεται να μειωθεί στις βιομηχανικές χρήσεις του, όπως στις τσιμεντοβιομηχανίες.
Παράδοξο στην περίπτωση της Ινδονησίας είναι το γεγονός ότι η εξόρυξη και η διύλιση νικελίου, που βρίσκεται σε πλήρη άνθηση για να τροφοδοτήσει τις αγορές των μπαταριών αυτοκινήτων της ενεργειακής μετάβασης, ευνοεί εντέλει την κατανάλωση άνθρακα στις διαδικασίες εξόρυξης. Η Κίνα παραμένει ωστόσο μακράν ο μεγαλύτερος παίκτης στη σκακιέρα του άνθρακα, καθώς μόνη της ευθύνεται για περισσότερο από το μισό (54%) της παγκόσμιας κατανάλωσης.
«Πάνω από το 60%» του άνθρακα που χρησιμοποιείται στην Κίνα χρησιμεύει για την παραγωγή ηλεκτρικού και η χώρα συνεχίζει να κατασκευάζει σταθμούς που λειτουργούν με άνθρακα (νέα προγράμματα 52 GW εγκρίθηκαν το 2023). Όμως ο ΔΟΕ περιμένει πως θα υπάρξει μια στροφή το 2023, αν η χώρα δεν υποστεί πάρα πολλά κύματα ψύχους (ή καυσώνων) που επηρεάζουν τη χρήση των σταθμών.
Σύμφωνα με τον ΔΟΕ, η κινεζική κατανάλωση άνθρακα για την παραγωγή ηλεκτρικού αναμένεται να μειωθεί κατά 175 εκατομμύρια τόνους την περίοδο 2024-26, στους 2,8 δισεκατομμύρια τόνους. Έτσι η Ινδία είναι αυτή που θα γίνει «κινητήρας» της πίεσης προς τα πάνω της παγκόσμιας ζήτησης άνθρακα μέχρι το 2026, υπογραμμίζει ο Οργανισμός.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ο πολλαπλασιασμός των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ευνοεί τη μείωση της χρήσης άνθρακα. Στη Γερμανία, οι σταθμοί παραγωγής ενέργειας από λιγνίτη και από άνθρακα αναμένεται να μειωθούν σημαντικά μέχρι το 2025, στο μέτρο της ανάπτυξης αιολικών ή ηλιακών σταθμών παραγωγής ενέργειας, οι οποίοι δεν εκπέμπουν σχεδόν καθόλου διοξείδιο του άνθρακα.