Μια ανακοίνωση της Αμερικανικής Γεωφυσικής Ένωσης (AGU) έρχεται να αποκαλύψει τις γεωλογικές διεργασίες που συμβαίνουν στον υποθαλλάσιο χώρο της Σαντορίνης. Η ανακοίνωση κάνει λόγο για ένα συνεχώς αυξανόμενο όγκο μάγματος που συσσωρεύεται στο μαγματικό θάλαμο, σε βάθος περίπου 3 χιλιομέτρων κάτω από το υποθαλάσσιο ηφαίστειο Κολούμπος κοντά στη Σαντορίνη.
Η παρουσία αυτού του μαγματικού θαλάμου αναδεικνύει την πιθανότητα μιας μελλοντικής έκρηξης και γι’ αυτό είναι σημαντικό το συγκεκριμένο ηφαίστειο – το πιο ενεργό υποθαλάσσιο ηφαίστειο όλης της Μεσογείου – να παρακολουθείται συνεχώς σε πραγματικό χρόνο. Αυτό αναφέρεται στην ανκοίνωση της AGU η οποία βασίζεται σε δημοσίευση ξένων και Ελλήνων επιστημόνων στην επιθεώρηση «Geochemistry, Geophysics, Geosystems».
Ακριβώς αυτόν τον καιρό, βρίσκεται σε εξέλιξη στην περιοχή του Κολούμπου η διεθνής αποστολή Expedition 398 του μεγάλου αμερικανικού ερευνητικού σκάφους JOIDES Resolution, στο πλαίσιο του Διεθνούς Προγράμματος Ανακάλυψης των Ωκεανών (IODP), με τη συμμετοχή Ελλήνων επιστημόνων από το ΕΚΠΑ και το ΕΛΚΕΘΕ. Οι ερευνητές μόλις έκαναν γεώτρηση βορειοδυτικά του Κολούμπου με στόχο, μεταξύ άλλων, να ανακαλύψουν ίχνη από παλαιότερες εκρήξεις που έχουν γίνει στην περιοχή. Θα χρειαστούν πάντως κάποιοι μήνες (από τον Ιούλιο και μετά), εωσότου δημοσιοποιηθούν τα πρώτα ευρήματα της αποστολής, η οποία θα ολοκληρωθεί τον Φεβρουάριο με πρόσθετες γεωτρήσεις μέσα στην καλντέρα της Σαντορίνης.
Παράλληλα η αναπληρώτρια καθηγήτρια Παρασκευή Νομικού του Τμήματος Γεωλογίας & Γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών, η οποία επιβαίνει στο JOIDES Resolution, αναφέρει ότι τοποθετήθηκαν ήδη από τις αρχές Δεκεμβρίου, με τη βοήθεια πλοίου του ΕΛΚΕΘΕ, όργανα παρακολούθησης στον Κολούμπο στο πλαίσιο του ελληνικού ερευνητικού προγράμματος SANTORY και με την οικονομική στήριξη του Δήμου Θήρας. Τόνισε ότι “είναι η πρώτη φορά που παρακολουθείται το ηφαίστειο, ενώ θα τοποθετηθούν επιπρόσθετα όργανα τους επόμενους μήνες και θα ενημερωθούν οι κάτοικοι του νησιού για τα αποτελέσματα των μετρήσεων από τη διεθνή επιστημονική ομάδα”.
Η ανάλυση
Η έρευνα σμε επικεφαλής τον γεωφυσικό Κάτζεταν Κραπκίεβτις και τον ηφαιστειολόγο Μικέλε Παουλάτο του Κολλεγίου Imperial του Λονδίνου και με τη συμμετοχή της κας Νομικού και του καθηγητή του ΑΠΘ Κωνσταντίνου Παπαζάχου, βασίστηκε σε καινοτόμο ανάλυση των σεισμικών και άλλων δεδομένων για τον Κολούμπο που είχαν προκύψει από παλαιότερη έρευνα της αποστολής “Πρωτέας” ενός άλλου αμερικανικού ερευνητικού πλοίου στην περιοχή πριν μερικά χρόνια.
Τα αποτελέσματα οδήγησαν τους ερευνητές, στην εκτίμηση ότι “η τρέχουσα κατάσταση του θαλάμου μάγματος δείχνει πως μια έκρηξη με πιθανά σημαντικές επιπτώσεις είναι δυνατή στο μέλλον (μολονότι όχι επικείμενη), συνεπώς προτείνουμε την τοποθέτηση ενός μονίμου παρατηρητηρίου που θα αφορά τη συνεχή καταγραφή των σεισμών και της γεωδαισία του βυθού”. Όπως επισημαίνουν, “τα αποτελέσματα μας δείχνουν ότι ο Κολούμπος αποτελεί σοβαρή απειλή και δικαιολογεί μια εγκατάσταση παρακολούθησης σε πραγματικό χρόνο”. Κάτι που ήδη άρχισε να υλοποιείται με το πρόγραμμα SANTORY και την εγκατάσταση επιστημονικών οργάνων στο βυθό του Κολούμπου.
Το 1650 μ.Χ. ο Κολούμπος είχε εκραγεί, σκοτώνοντας περίπου 70 ανθρώπους στη Σαντορίνη λόγω δηλητηρίασης από τα αέρια της έκρηξης. Εκείνη η έκρηξη είχε πυροδοτηθεί από το συσσωρευμένο μάγμα σε ένα αντίστοιχο μαγματικό θάλαμο, πιθανώς σε αντίστοιχο βάθος 3-4 χιλιομέτρων κάτω από τον βυθό. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι το μάγμα στον θάλαμο έχει την τάση, σε βάθος χρόνου, να φθάσει ξανά σε παρόμοιο όγκο. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους, μετά την τελευταία έκρηξη του ηφαιστείου το 1650 μ.Χ., ο μαγματικός θάλαμος μεγαλώνει με μέσο ρυθμό περίπου 4 εκατομμυρίων κυβικών μέτρων τον χρόνο. Ο συνολικός όγκος που έχει συσσωρευθεί στο “ρεζερβουάρ” μάγματος (μαγματικό θάλαμο) κάτω από τον Κολούμπο, υπολογίζεται σε 1,4 κυβικά χιλιόμετρα.
Ο ρυθμός
Σύμφωνα με τους ερευνητές αν ο συνεχιστεί ο σημερινός ρυθμός διόγκωσης του μαγματικού θαλάμου, κάποια στιγμή μέσα στα επόμενα 150 χρόνια ο Κολούμπος θα φθάσει τα 2 κυβικά χιλιόμετρα μάγματος, που εκτιμάται ότι υπήρχαν όταν έγινε η έκρηξη του 1650 μ.Χ. Όμως, μολονότι μπορεί να γίνει μια εκτίμηση για τον μελλοντικό όγκο του μάγματος, σύμφωνα με τους ερευνητές, δεν υπάρχει τρόπος να πει κανείς με βεβαιότητα πότε θα γίνει η επόμενη έκρηξη του ηφαιστείου.
Οι ερευνητές αναφέρουν ότι μολονότι δεν φαίνεται να επίκειται άμεσα κάποιος κίνδυνος, επειδή ο Κολούμπος βρίσκεται σε σχετικά μικρό βάθος θάλασσας (περίπου 500 μέτρων), αυτό είναι πιθανό να αυξήσει την εκρηκτικότητα του. Προβλέπουν ότι όταν γίνει η έκρηξη, θα προκληθεί τσουνάμι και μια στήλη τέφρας ύψους δεκάδων χιλιομέτρων πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, κάτι που θα μπορούσε να έχει σοβαρές επιπτώσεις για τη Σαντορίνη, η οποία απέχει μόνο επτά χιλιόμετρα από τον Κολούμπο.
Οι ερευνητές ευελπιστούν ότι σε συνδυασμό τα νέα στοιχεία από το SANTORY και από την ευρισκόμενη σε εξέλιξη αποστολή του IODP πέριξ της Σαντορίνης θα παράσχουν πλέον καλύτερη εικόνα του ηφαιστειακού δυναμικού της περιοχής. Όπως δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής του ΑΠΘ Κωνσταντίνος Παπαζάχος, αν και στη Σαντορίνη λειτουργεί εδώ και δύο δεκαετίες ένα πολύ καλό σεισμολογικό και γεωδαιτικό δίκτυο παρακολούθησης από το Ινστιτούτο Μελέτης & Παρακολούθησης του Ηφαιστείου της Σαντορίνης (ΙΜΠΗΣ), κάθε πρόσθετο δεδομένο και πληροφορία που αφορά τον Κολούμπο, είναι εξαιρετικά χρήσιμα. Παράλληλα, τόνισε ότι τα στοιχεία αυτά θα αξιοποιηθούν από μία διεθνή ερευνητική ομάδα, υπό τον συντονισμό της Εθνικής Αρχής Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΕΑΓΜΕ), για την αξιολόγηση της σχετικής σεισμο-ηφαιστειακής επικινδυνότητας του Κολούμπου, ώστε να μπορεί να σχεδιαστούν ανάλογα τα μέτρα πολιτικής προστασίας.
“Χρειαζόμαστε καλύτερα δεδομένα για το τι πραγματικά βρίσκεται κάτω από αυτά τα υποθαλάσσια ηφαίστεια. Η συνεχής παρακολούθηση τους θα μας επιτρέψει να κάνουμε καλύτερη εκτίμηση για το πότε μια έκρηξη μπορεί να συμβεί. Με τέτοια συστήματα, πιθανώς θα γνωρίζουμε για μια έκρηξη λίγες μέρες προτού συμβεί, ώστε οι άνθρωποι θα μπορέσουν να εκκενώσουν την περιοχή και να μείνουν ασφαλείς”, δήλωσε ο Κραπκίεβιτς.